Με το ταξίδι αυτό συνειδητοποίησα ότι μια ευθεία ενώνει το σπίτι μου με.... την αγαπημένη (και πονεμένη) Πελοπόννησο. Πρώτα διόδια. Είμαι ακόμα στην πόλη.
Δεύτερα στον Ισθμό. Πέρασα απέναντι.
Αφησα πίσω μου το κάστρο της Ακροκορίνθου να με κοιτά λυπημένο. Αποτυπώματα φωτιάς δεξιά και αριστερά. Ένα μικρό τσίμπημα στη καρδιά.
Τρίτα διόδια. Η Αρκαδία. Δεξιά για Βυτίνα. Πράσινο ζωντανό. Το Μαίναλο επιβλητικό. Δεξιά δύο ταμπέλες μου αποσπούν τη προσοχή: « Αρχαία Μαντίνεια», «Οι δρόμοι του κρασιού». Στην επιστροφή θα λοξοδρομήσουμε, το είχα πάρει απόφαση.
Κάψια, Λεβίδι και μετά από λίγο Βυτίνα. Μια γλυκιά ηρεμία αφού ακόμα δεν έχει αρχίσει η κάθοδος των χειμερινών εκδρομέων. Παιδιά που παίζουν ανέμελα στην πλατεία, δυο τρία ζευγάρια πίνουν καφέ, δυο νοικοκυρές βγαίνουν από τον φούρνο που μας έχει μεθύσει με το φρεσκοφουρνισμένο ψωμί.
« Το σπιτικό της Ειρήνης» λίγο πιο έξω μας περιμένει. Μικρό και αγαπησιάρικο. Σωστό σπιτικό! Βάλαμε πλώρη (για να μην ξεχνιόμαστε!) για Στεμνίτσα και Ελληνικόν. Στη διαδρομή ένα μικρό σοκ. Κορμοί δένδρων δεξιά και αριστερά. Απογυμνωμένοι από τον φλοιό και από τα κλαδιά. Περάσαμε γρήγορα.
Σαν να έχει σταματήσει ο χρόνος. Κόκκινες κεραμοσκεπές και πράσινες αυλές .Σαν παπαρούνες σε λιβάδι. Στάση για φαγητό και καφέ και βόλτα και....
Το βράδυ πρώτα για ποτό για να ανοίξει η όρεξη (!) και μετά στα « Κόκκινα πιθάρια» για μοσχαράκι με χυλοπίτες, κόκορα κρασάτο, λουκάνικο με πορτοκάλι και τηγανόψωμο. Στο διπλανό τραπέζι ένα ζευγαράκι πίνει «Μελιαστό» χμμμ....
Όμορφη νύχτα. Μυρίζει βρεγμένο χορτάρι, μια νότα από γιασεμί και ίσως λίγο νυχτολούλουδο από κάποιο μακρινό παρτέρι.
Και όταν ο αλέκτωρ στη διπλανή αλάνα ελάλησε δυο και τρεις βγήκα στο μπαλκόνι. Οι πρωινές μυρωδιές σαν συνέχεια των βραδινών. Ξεχνώ τον πόνο, την αγωνία και τη κούραση της εβδομάδας.
Διπλός ελληνικός, γλυκός με λίγο γάλα. Διαβάζω αργά τη εφημερίδα. Στο ραδιόφωνο ακούγεται το "Μη φεύγεις" της Παπαρίζου.Θα φύγω για να ξανάρθω. Σύντομα ελπίζω. Τελευταίες αγορές: γλυκά του κουταλιού και χυλοπίτες.
Η Βυτίνα είναι πίσω μας. Αντίστροφή πορεία. Πριν βγούμε όμως στην Εθνική η λοξοδρόμηση που μου υποσχέθηκα. Δεξιά και αριστερά αμπέλια. Τρύγος. Τρακτέρ φορτωμένα. Η αλλοπρόσαλλη αρχιτεκτονική της Αγίας Φωτεινής. Ξαφνικά στα αριστερά μου ένα πέτρινο οίκημα μου κινεί τη περιέργεια. Που το έχω ξαναδεί; Το αυτοκίνητο σταματά. Διαβάζω τη ταμπέλα: « Κτήμα Σπυρόπουλου». Το «Μελιαστό» μου! Ενα σημάδι;
Πρώτα διόδια. Δεύτερα, πίσω μου ο Ισθμός.
Τρίτα. Μια ευθεία και έφτασα σπίτι. O δικός μου παράδεισος.