31/8/07

Πολύ από Ελλάδα


Πολύ από Ελλάδα μέσα από το χρώμα των λέξεων του Οδυσσέα Ελύτη ο οποίος μοναδικά απέδωσε το άφθαρτο γαλάζιο, το Αιγαιοπελαγίτικο όνειρο, τον Ελληνισμό.Νομίζω ότι 'περισσότερο από ποτέ έχουμε ανάγκη να ξαναδούμε αυτές τις εικόνες....
ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ
O Οδυσσέας Ελύτης, (φιλολογικό ψευδώνυμο του Οδυσσέα Aλεπουδέλη) είναι απο τους σημαντικότερους ποιητές της νεώτερης ελληνικής ποίησης.Γεννήθηκε στΟ Ηράκλειο Κρήτης, στις 2 Νοεμβρίου το 1911, μα ή καταγωγή του είναι από τη Λέσβο. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο των Αθηνών, καί φιλολογία στη Σορβονη του Παρισιού. Στα γράμματα παρουσιάστηκε το 1935 καί ασχολήθηκε κυρίως με την ποίηση. Έγραψε όμως καί άρθρα, δοκίμια καί μελέτες, για γενικά φιλολογικά καί καλλιτεχνικά θέματα. Ανάμεσα σ'αυτά ξεχωριστή θέση έχει το δοκίμιο του για την προσωπικότητα του λαϊκού ζωγράφου της Λέσβου, Θεόφιλου.


Από το 1946 ως το 1948 συνεργάστηκε ως τεχνοκρίτης στην εφημερίδα «Καθημερινή» καί από το 1948 ως το 1952 έζησε στo Παρίσι. Μετά την αποκατάσταση της Δημοκρατίας στη χώρα μας (1974) τοποθετήθηκε για μικρό διάστημα πρόεδρος του Δ.Σ. της Ε.Ρ.Τ. Έλαβε μέρος, ως εκπρόσωπος της Ελλάδας σε πολλά συνέδρια του εξωτερικού, σχετικά με θέματα τέχνης καί πολιτισμού. Τιμήθηκε το 1961 με το πρώτο Κρατικό Βραβείο Ποιήσης για το ποιητικό του έργο «Aξιον Εστί». Από τη φιλοσοφική σχολή του Πανεπιστημίου θεσσαλονίκης ανακηρύχτηκε το 1975 επίτιμος διδάκτορας της Σχολής, σε ένδειξη τιμής για το ποιητικό του έργο και την πνευματική του προσφορά.Ο Οδυσσέας Ελύτης πρωτοπαρουσιάστηκε στην ποίηση με την ποιητική συλλογή «Προσανατολισμοί» το 1936, επανέκδοση το 1940.



Υστερα ο Ελύτης μας έδωσε τη δεύτερη συλλογή του «Ηλιος ο Πρώτος». Προλογίζοντας την ο ίδιος μας λέει: «Ετσι συχνά όταν μιλώ για τον ήλιο μπερδεύεται στη γλώσσα μου ένα μεγάλο τριαντάφυλλο κατακόκκινο, αλλά δεν μου είναι βολετό να σωπάσω». Ποιά είναι αυτά που τον δυσκολεύουν; Μας το λέει ο ίδιος στα ποιήματα της συλλογής' είναι οι μνήμες του στους πρώτους καιρούς των παιδικών του χρόνων' ένα νησί κι ένα παιδί που θά'θελε να ξαναζήσει τη ζωή σαν άνοιξη και σαν ελληνικό καλοκαίρι.



H νησιώτικη καταγωγή του ποιητή καί οι βαθύτατοι ψυχικοί δεσμοί του μ' ένα χώρο γεμάτο μυστήριο και ομορφιά, θα γίνει το πλαίσιο των θεοτήτων πού θα ζωντανέψει ό ίδιος στα ποιήματα του: τη θάλασσα, τον ουρανό, τον ήλιο, τον έρωτα, τα βουνά, τα λουλούδια καί τους ανέμους. Ιδιαίτερα, ό ουρανός, ή θάλασσα, ό ήλιος καί ό έρωτας είναι τα κεντρικά στοιχεία πού θαυμάζονται και εξυμνούνται σε όλα τα ποιήματα του.

Έφεδρος ανθυπολοχαγός στον πόλεμο του 1940-41, μας έδωσε το «Aσμα ηρωικό και πένθιμο για τον χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας», πού θα είναι πάντα ένα πατριωτικό σάλπισμα για την Ελευθερία- όχι μόνο την ελληνική μα την ελευθερία την πανανθρώπινη.Κατόπιν μας έδωσε το «Αξιον Εστί», το έργο της ωριμότητάς του και της ζωής του.

Την ίδια ονειρική μαγεία το ίδιο «εν εγρηγόρσει όνειρο» ζει και ξετυλίγει και στις νεώτερες ποιητικές συλλογές του : «Ηλιος ο ηλιάτορας», «Τα ρω του έρωτα» κα.

To 1979 παίρνει το βραβείο Νομπέλ Λογοτεχνίας, μια δίκαιη τιμή και διεθνή αναγνώριση για τον ποιητή. Το 1987 αναγορεύθηκε επίτιμος διδάκτορας του Πανεπιστημίου της Ρώμης και του Πανεπιστημίου των Αθηνών. Ενώ το 1989 τιμήθηκε με το γαλλικό παράσημο του Ανώτατου Ταξιάρχη της Λεγεώνας της Τιμής.O Οδυσσέας Ελύτης πέθανε στην Αθήνα στις 18 Μαρτίου 1996.

Αποσπάσματα αγαπημένα:


Ο ΗΛΙΟΣ
Ε σεις στεριές και θάλασσες
τ' αμπέλια κι οι χρυσές ελιές

ακούτε τα χαμπέρια μου
μέσα στα μεσημέρια μου
«Σ' όλους τους τόπους κι αν γυρνώ μόνον ετούτον αγαπώ!»
Από τη μέση του εγκρεμού
στη μέση του άλλου πελάγου
κόκκινα κίτρινα σπαρτά νερά πράσινα κι άπατα
«Σ' όλους τους τόπους κι αν γυρνώ μόνον ετούτον αγαπώ!»

ΤΟ ΜΟΝΟΓΡΑΜΜΑ
Ετσι μιλώ για σένα και για μένα
Επειδή σ'αγαπώ και στην αγάπη ξέρω
Να μπαίνω από σαν Πανσέληνος
Άπό παντού , για το μικρό το πόδι σου μες στ'αχανή σεντόνια
Να μαδάω γιασεμιά-κί έχω τη δύναμη
Αποκοιμισμένη , να φυσώ να σε πηγαίνω
Μέσ'από φεγγάρια περάσματα και κρυφές της θάλασσας στοές
Υπνωτισμένα δέντρα με αράχνες που ασημίζουνε
Ακουστά σ'εχουν τα κύματα
Πως χαιδεύεις, πως φιλάς
Πως λες ψιθυριστά το "τι" και το "ε"
Τριγύρω στο λαιμό στον όρμο
Παντα εμείς το φως κι η σκιά
....
Επειδή σ'αγαπώ και σ'αγαπώ
Πάντα εσύ το νόμισμα κι εγώ η λατρεία που το εξαργυρώνει.
........

ΜΑΡΙΝΑ ΤΩΝ ΒΡΑΧΩΝ ( Η Θητεία του καλοκαιριού)

'Εχεις μια γεύση τρικυμίας στα χείλη - Μα πού γύριζες
Ολημερίς τη σκληρή ρέμβη της πέτρας και της θάλασσας

Αετοφόρος άνεμος γύμνωσε τους λόφους.
Γύμνωσε την επιθυμία σου ως το κόκαλο
Κι οι κόρες των ματιών σου πήρανε τη σκυτάλη της χίμαιρας
Ριγώνοντας μ' αφρό τη θύμηση!
Πού είναι η γνώριμη ανηφοριά του μικρού Σεπτεμβρίου
Στο κοκκινόχωμα όπου έπαιζες θωρώντας προς τα κάτω
Τους βαθιούς κυαμώνες των άλλων κοριτσιών
Τις γωνιές όπου οι φίλες σου άφηναν αγκαλιές τα δυοσμαρίνια

- Μα πού γύριζες
Ολονυχτίς τη σκληρή ρέμβη της πέτρας και της θάλασσας
Σου' λεγα να μετράς μες στο γδυτό νερό τις φωτεινές του μέρες
Ανάσκελη να χαίρεσαι την αυγή των πραγμάτων
'Η πάλι να γυρνάς κίτρινους κάμπους
Μ' ένα τριφύλλι φως στο στήθος σου ηρωίδα ιάμβου.

'Εχεις μια γεύση τρικυμίας στα χείλη
Κι ένα φόρεμα κόκκινο σαν το αίμα

Βαθιά μες στο χρυσάφι του καλοκαιριού
Και τ' άρωμα των γυακίνθων - Μα πού γύριζες

Κατεβαίνοντας προς τους γιαλούς τους κόλπους με τα βότσαλα
'Ηταν εκεί ένα κρύο αρμυρό θαλασσόχορτο
Μα πιο βαθιά ένα ανθρώπινο αίσθημα που μάτωνε
Κι άνοιγες μ' έκπληξη τα χέρια σου λέγοντας τ' όνομά του
Ανεβαίνοντας ανάλαφρα ως τη διαύγεια των βυθών
'Οπου σελάγιζε ο δικός σου ο αστερίας .


................

29/8/07

Eφιάλτης vs Λεωνίδας


Γυρνώντας από τη δουλειά και κάνοντας zapping στους σταθμούς, έπεσα πάνω σε μια συζήτηση σχετικά με την αλληλεγγύη που δείχνουν απλοί άνθρωποι από όλα τα μήκη και πλάτη της Ελλάδος. Προσφορά αγαθών, προσφορά εθελοντική, προσφορά χρηματική. «Δυστυχώς όπως είπε και ο συνομιλητής, η Ελλάδα γέννησε και τον Λεωνίδα και τον Εφιάλτη».
Εχετε αναρωτηθεί γιατί το όνομά του έγινε συνώνυμο με ότι μας τρομάζει, ότι μας σκοτώνει την ψυχή, οτι μας πνίγει...;


Ορισμός από το Λεξικό του Τριανταφυλλίδη:
"Eφιάλτης ο [efiáltis] :
χαρακτηρισμός ανθρώπου που πρόδωσε τα εθνικά συμφέροντα ή τα κοινωνικά συμφέροντα της τάξης στην οποία ανήκει (όπως ο Εφιάλτης που πρόδωσε στους Πέρσες τους τριακοσίους του Λεωνίδα, στις Θερμοπύλες): Στη μακρόχρονη ελληνική ιστορία δυστυχώς δεν έλειψαν και οι Εφιάλτες."

Στο λήμμα Λεωνίδας, η αναζήτηση δεν έδειξε αποτελέσματα.

28/8/07

Μου είπες....

Μου είπες ότι θέλεις να ζήσουμε μαζί. Σε ρώτησα που.
Εδώ στη στεριά, είπες. Σε ρώτησα πως είναι η ζωή στη στεριά.
Όμορφη, απάντησες.

Σε πίστεψα.

Ξεκίνησα να αναδύομαι, αποχαιρέτισα τον δικό μου κόσμο. Κολύμπησα μακριά για να ζήσω στη « δικιά σου θάλασσα» έτσι έλεγες της στεριά σου.

Μου έλεγες ότι είναι γεμάτη χρώματα και ότι θα φτιάξουμε το σπίτι μας στο δάσος.Το δάσος σε ρώτησα, Τι είναι αυτό;

Το δάσος είναι το πιο όμορφο πράγμα του κόσμου. Δεν έχουμε κοράλλια, όμως έχουμε όμορφα δένδρα, δεν έχουμε θαλάσσιες ανεμώνες αλλά τις γήινες.

Και νερό, σε ρώτησα γεμάτη αγωνία; Έχουμε νερό;

Καρδιά μου νερό έχουμε όσο θέλεις. Είπες.......

Έφτασα. Σε περιμένω.

Δεν μπορώ να αναπνεύσω, που είσαι;
Περπατώ για πρώτη φορά στην άμμο και με αφήνεις μόνη; Καίγομαι.

Συνεχίζω να περπατώ στη δική σου θάλασσα. Δεν έχω μάθει, συγχώρεσέ με.
Σε βλέπω.
Που είναι τα δένδρα, η γήινη ανεμώνη, το νερό;

Με κοίταξες με οίκτο .Δεν υπήρξαν ποτέ.
Σε άφησα να εγκαταλείψεις τον κόσμο σου για τον δικό μου. Σε άφησα να με πιστέψεις, να με ακολουθήσεις. Κουτή γοργόνα! Είπες γελώντας.
Τη θέση σου ήθελα. Τον δικό σου κόσμο, τη δροσιά που δεν έχω. Την ησυχία της απόλυτης αβύσσου ....
Και για να γίνει αυτό έπρεπε να ανταλλάξουμε ζωή, μοίρα....
Στέρεψε η ζωή εδώ και όταν γεύτηκα τη δική σου, σαν να ξεδίψασα λίγο.


Και εκείνο το φιλί;
Εκείνο το φιλί ήταν που μου έδωσε ζωή.

Μα είπες ότι μ’αγαπάς;
Είπα.


Αόριστος του ψεύδους.

27/8/07

Εχει Πανσέληνο απόψε....


Εκλειψη ολική θα έχουμε αύριο 28/8/07

Αν έχουν ήδη αρχίσει τα αρνητικά της συμπτώματα δεν ξέρω
(Πως δεν σκέφτηκαν να τα φορτώσουν όλα στην έκλειψη; Θα τους ξέφυγε μάλλον..)

Ξέρω μόνο οτι θέλω να την κοιτάξω τόσο πολύ, να κλείσω τα μάτια και να ονειρευτώ ότι όλα θα γίνουν όπως πριν....











www.photobucket.com http://www.thanasis.com/

26/8/07

Το Τραγούδι της Αμαδρυάδας


Τα βήματά του έπεφταν βαριά στα σκαλιά. Σαν μην ήθελε να κατηφορίσει αλλά μια δύναμη σαν μαγνήτης τον τραβούσε στον κάμπο.

Βαριανάσανε. Δεν θα ήταν εύκολη η νύχτα σήμερα. Το ήξερε. Του ήρθαν στο νού τα λόγια του Ορσιφάντη: « Θα σου σβήσω ότι αγαπάς περισσότερο». Θα σου σβήσω είπε και όχι θα σου κλέψω ή θα σου σκοτώσω. Η περιουσία δεν σβήνει, κλέβεται. Και σίγουρα δεν εννοούσε να σβήσει τη δική του τη ζωή. Τι άλλο τότε;

Όχι , όχι δεν είναι δυνατόν! Όχι εκείνη!

Γρήγορα να προλάβει! Επιτάχυνε το βήμα του. Λαχάνιασε. Σταμάτησε για λίγο να ξαποστάσει σ’ένα βράχο. Είχε αφήσει πίσω του και τελευταία σπίτια του χωριού. Το ποτάμι να περάσει ήθελε και θα έμπαινε στο «κόσμο του κάμπου» Τον δικό του κόσμο.
Ξαφνικά, μια μελωδία λυπητερή αναδύθηκε πέρα από το ποτάμι..... Η φωνή της!

« Μη μου ζωγραφίζετε άλλους βοριάδες στο στήθος
Τον Ζέφυρο στείλτε τον γλυκό
Μήπως της φωτιάς σβήσει το μίσος

Αγγελέ μου, τη γλυκιά σου παλάμη έλα και δως μου
Δάκρυ πικρό ν’ακουμπήσω
Τη νύχτα αυτή τη σκληρή έλα να ψάξεις το φως μου»

Η Αμαδρυάδα μου με καλεί! Η ικεσία της σαν να έβαλε φτερά στα πόδια του .
Έφτασε κιόλας μπροστά στο ποτάμι. Το ποτάμι δεν υπήρχε πια. Στέρεψε.
Πόσο θα δίψαγε η Αμαδρυάδα του , σκέφθηκε με πόνο.
Λάθος.

Η Αμαδρυάδα του, η νύμφη που ζούσε αιώνες μέσα στο κορμό της ελιάς, έστεκε μπροστά του γυμνή χωρίς το λαδί της φόρεμα. Άδεια αγκαλιά τα κλαδιά της.

Ορσιφάντηηηη!Ούρλιαξε.

Έκανε ν’αγγίξει το κορμί της που άλλοτε έσφυζε από ζωντάνια. Η στάχτη μπήκε κάτω από το δέρμα του. Έφτασε βαθιά μες τη ψυχή του.

Στάχτη την έκανε και αυτή.
Τότε άκουσε πάλι τον θρήνο της αγάπης του:

« Μη μου ζωγραφίζετε άλλους βοριάδες στο στήθος
Τον Ζέφυρο στείλτε τον γλυκό
Μήπως της φωτιάς σβήσει το μίσος

Άγγελε μου, τη γλυκιά σου παλάμη έλα και δως μου
Δάκρυ πικρό ν’ακουμπήσω
Τη νύχτα αυτή τη σκληρή έλα να ψάξεις το φως μου»


Να μην την εγκαταλείψει του φώναζε! Άρχισε να σκάβει με μανία. Τα χέρια του μάτωσαν και πότισαν το χώμα. Όσο πιο βαθιά έσκαβε τόσο πιο δυνατά ακουγόταν το τραγούδι της.

Έφτασε ως τις πανάρχαιες ρίζες. Είναι ζωντανές! Αναφώνησε. Και τότε σταμάτησε και το τραγούδι. Δάκρυα κεχριμπαρένια κύλησαν από τα μάτια του, ενώθηκαν με το αίμα που έτρεχε από τα χέρια του και πότισαν και αυτά το χώμα.

Αποκαμωμένος ακούμπησε την πλάτη του στις ρίζες τις αγαπημένες.
Με την αγάπη του θα την έκανε πάλι να ανθίσει.

24/8/07

Από τον Πορτοκαλανθό στα Μενεξεδιά Λιβάδια



Σε άλλα μέρη της γης, οταν δύει ο ήλιος όλα σκεπάζονται με ένα μενεξεδί πέπλο. Στην Προβηγγία όμως στην Νότια Γαλλία, τα μενεξεδιά λιβάδια ακτινοβολούν χρώμα και άρωμα λεβάντας από το πρωί.

Le Merveilleux Royaume de la Lavende

Οταν νυχτώσει μενεξεδιές νεράιδες κουνάνε τα φτερά τους για να αρωματίσουν γλυκά τα όνειρα των κατοίκων της περιοχής.

Photo Sharing and Video Hosting at Photobucket
La couleur du songe est à jamais inscrit dans leur coeur.


Ce sont leurs propres Champs Elysées.

23/8/07

Χωρίς Τίτλο




Χτες ήμουν σε μια παρέα όπου μεταξύ άλλων ήταν και μια «γνωστή».
Ορισμός της λέξης: κάποιον που συναντάς αραιά και που μέσω κοινού φίλου και που ή θα τον συμπαθήσεις με την πρώτη ή ....

Η κοινή μας φίλη λοιπόν, έτυχε να της μιλήσει για το blog και «η γνωστή»( ανήκει στη 2η κατηγορία) το επισκέφθηκε. Οταν με συνάντησε λοιπόν μου πετάει την εξής ατάκα: «Ωραία τα παραμυθάκια σου δε λέω, αλλά μήπως να έγραφες και κάτι πιο ρεαλιστικό;» Δεν κατάλαβα λογαριασμό θα δώσω για τις δικές μου «καταθέσεις»....; (Ξέρετε εσείς)
Και για ποια πραγματικότητα μιλάει, όταν η δική της είναι γεμάτη με κοσμικές συναντήσεις, φρου φρου και αρώματα. Ποιά είμαι βέβαια εγώ που θα την κρίνω. Σωστό.

"Πραγματικό παραμύθι" ε; Να λοιπόν ένα, που μου προέκυψε ύστερα από μια σημερινή επίσκεψη σε μια «γνωστή» (από αυτές που αισθάνεσαι ότι θα μπορούσε να γίνει μια αληθινή φίλη αν υπήρχε χρόνος) στο Ιασώ. Μετά από εξωσωματική μένει έγκυος σε 2 αγγελούδια. Ένα και ένα. Στον 6ο προς 7ο μήνα, η καρδιά της μικρής νεράιδας σταμάτησε ξαφνικά να χτυπά. Έτσι απλά. Μετά από μια ολόκληρη εβδομάδα που κουβαλούσε και τα δυο στα σπλάχνα της , γεννά με καισαρική τον Μικρό Πρίγκιπα. Ο οποίος για τους υπόλοιπους δύο μήνες θα δίνει καθημερινή μάχη στο γυάλινο κάστρο του για να μεγαλώσει και να γίνει δυνατός .

Άλλο "πραγματικό παραμύθι". Μας ειδοποιούν χτες για δυο παιδιά που βρίσκονται την τελευταία εβδομάδα στη μέση του πουθενά, στον ήλιο. Για να φαίνονται ταλαιπωρημένα και να μπορεί να τα εκμεταλλευτεί δεόντως ο μέθυσος πατέρας. Αγγελούδια στον ήλιο , μόνα.

Θα μπορούσα να συνεχίσω για πολύ ακόμα. Εικόνες και γεγονότα που δυστυχώς τα τελευταία χρόνια τείνουν να γίνουν μια πικρή πραγματικότητα. Ας αναλογιστούμε λοιπόν σε τι πραγματικότητα θέλουμε να ζούμε εμείς και τα παιδιά μας και ας πράξουμε αναλόγως.

Μικρέ Πρίγκιπα , την προσευχή μου και ένα φιλί στο μετωπάκι σου στέλνω. Θα περιμένω να μεγαλώσεις για να φτιάχνουμε καστράκια στην άμμο....

Μικρά μου πριγκηπόπουλα κάποιοι προσπαθούν ειλικρινά μέρα νύχτα για να σας χαρίσουν τον παραμυθένιο κόσμο που σας αξίζει.


Μικρή νεραίδα, ρίχνε μας αστερόσκονη από εκεί ψηλά μήπως ο κόσμος γίνει πιο φωτεινός.

Σας χαιρετώ και συγνώμη για το θυμό.


Η Θάλασσα είναι ανταριασμένη σήμερα.
Ξεκινώ αμέσως 2ο post για να τη γαληνέψω...


Θαλασσινή

22/8/07

"Μέλι , Μελιαστό, Μυράνθη"

Το φορτηγό με κόπο ανέβηκε το στενό καλντερίμι του χωριού. Ψηλά στο λόφο ήταν ο ξενώνας. Ένα παλιό πέτρινο οίκημα περιτριγυρισμένο από τριανταφυλλιές, γλάστρες με γιασεμιά και δεξιά ένα μικρό αμπέλι. Στον ήχο του φορτηγού που πλησίαζε, μια νέα γυναίκα σταμάτησε ν’ασχολείται με το πότισμα και μας χαμογέλασε.
Έμεινε να την κοιτάζει σαν στήλη άλατος. Αυτή λοιπόν ήταν « η τρελή»; Σαν μικρό κοριτσάκι με τα καστανά μαλλιά της πιασμένα χαλαρά στο πλάι. Μάτια μελιά. με καθαρό βλέμμα.
-Μυράνθη Καλλέργη, καλωσήρθατε
-Άγγελος Φωκάς, καλώς σας βρίσκουμε. Που να ξεφορτώσουμε;
-Στο πλάι έχει μια ξύλινη πόρτα , από εκεί παρακαλώ.
Αυτό το «παρακαλώ» ακούστηκε με μια απρόσμενη τρυφεράδα, σχεδόν ικετευτικά.
Ακολούθησαν συγνώμες για την λάθος παραγγελία και τυπικές κουβέντες για την αποπληρωμή.

Αισθάνθηκε ξαφνικά πολύ καταβεβλημένος. Το ταξίδι, η απροσδόκητη αυτή γνωριμία. Ήθελε να φύγει όμως δεν το αποφάσιζε κιόλας. Του είπε ότι το Σάββατο ήταν τα εγκαίνια και τον «παρακάλεσε» να μείνει. Πάλι αυτή η λέξη. Ακούστηκε σαν μια γλυκιά προσταγή την οποία του αδύνατον να παρακούσει. Δεν ήθελε. Θα έμενε.

-Να μιλάμε στον ενικό Άγγελε;
-Νομίζω ότι έτσι πρέπει Μυράνθη.

Και αυτός ο ενικός αριθμός ήταν η αρχή.

Την Παρασκευή το βράδυ βγήκαν για φαγητό σε ένα ορεινό χωριό, με απίστευτη θέα προς το πέλαγος, και πιο μακριά ακόμα. Χωρίς ερωτήσεις. Γέμισε η καρδιά και η ψυχή εικόνες. Το φαγητό δεν το άγγιξε και του έκανε παράπονα. Δεν χόρταινε να τη βλέπει και να την ακούει να μιλά για τη ζωή που άφησε και για τη ζωή που ξεκίνησε. Τον έπιασε μια δυο φορές να την κοιτά επίμονα και τα μάγουλά της ρόδισαν. Σηκώθηκαν να φύγουν και τη συνόδεψε μέχρι το ξενώνα.

-Άγγελε;
-Ναι;
-Να σου δώσω μισό λεπτό κάτι για το αφεντικό σου. Αύριο με τις ετοιμασίες μπορεί να το ξεχάσω. Δεν είναι τίποτα. Μερικά κεράσματα από το χωριό, μέλι και κρασί. Έχω και για σένα. Όχι με ντόπιο κρασί όμως . Απ’οτι κατάλαβα σου φάνηκε λίγο βαρύ ε;
« Μελιαστό» του Σπυρόπουλου.Το έχεις δοκιμάσει;

Νόμιζε ότι οι φλέβες στα μηλίγγια του θα σπάσουν. Του θύμισε στιγμιαία ότι αύριο είναι η τελευταία μέρα. Μέλι, Μελιαστό, Μυράνθη. Όλα μέσα του ήταν ένα.

-Σ’ευχαριστώ, να τα πάρω αύριο καλύτερα; Εκτός από το « Μελιαστό» μου κίνησες την περιέργεια. Θα ήμουν αγενής αν σου ζητούσα να ανοίξουμε ένα μπουκάλι τώρα;
Ρόδισε πάλι. Απάντησε με ένα νεύμα και πήγε να φέρει δύο ποτήρια.

Ήχος βαθύς από το πώμα που άνοιξε. Μια έκρηξη αρωμάτων και όχι μόνο.
Πρώτη γουλιά. Δεύτερη.
Δεν άντεξε. Την τρίτη τη γεύτηκε από το στόμα της. Όλα έγιναν τόσο γρήγορα. Στο κελάρι του σπιτιού, όρθιοι μπροστά στον παλιό αργαλειό, όλα έγιναν ένα.

-Ααχ…! Ένα ικετευτικό βογκητό βγήκε από το στόμα της. Κόλλησε πάνω του λες και ήθελε να του αφήσει ένα αποτύπωμα. του κορμιού της πάνω στο δικό του σώμα. Και του άφησε. Μπόλιασε τη καρδιά του με μέλι. Μια στιγμή έσκυψε πάνω του ν’ ακούσει την καρδιά του και πετάχτηκε. Φοβήθηκε από αυτό που άκουσε πριν προλάβει καν να το νιώσει. Φοβήθηκε και αυτός.

……………………………………………………..

Το καράβι έφτασε στη Σούδα. Πάλι. Σαν να είχε σταματήσει ο χρόνος και να μη είχε περάσει μια εβδομάδα.
Έφτασε στο χωριό. Διέσχισε γρήγορα τον κήπο με τα ρόδα και μπήκε στον ξενώνα.
- Η κα Καλλέργη μήπως είναι εδώ; Ρώτησε την κοπέλα στην υποδοχή.
- Όχι. Συνοδεύει ένα γκρουπ στο Φραγκοκάστελο. Θα έρθει το βράδυ. Το όνομά σας;
- Φωκάς, Άγγελος Φωκάς
- Ναι… νομίζω ότι έχει αφήσει κάτι για σας στο κελάρι.
- Στο κελάρι; Απάντησε με φωνή που μόλις ακουγόταν. Ευχαριστώ.

Με βήματα βαριά έφτασε μέχρι τη βαριά ξύλινη πόρτα. Την άνοιξε. Ξανά τα ίδια αρώματα. Ξανά η ίδια γλυκιά ζάλη. Πάνω στο κάθισμα του αργαλειού δύο μπουκάλια «Μελιαστό». Ένα γεμάτο και εκείνο πού άφησαν μισό. Ανάμεσά τους ένας φάκελος.

Το σημείωμα βγήκε αργά, σχεδόν ηδονικά.
« Ηρθες Αγγελέ μου; Θα μείνεις να τελειώσουμε το μπουκάλι και ανοίξουμε το καινούργιο;»

Μυράνθη μου, υφάντρα της ψυχής μου, δεν έχω που αλλού να πάω πια.


(Μια διαφορετική και πολύ τρυφερή εκδοχή θα βρείτε στο blog του Βασίλη, οποίος μου έκανε την τιμή να καταθέσει το δικό του τέλος σε αυτό το παραμύθι. Αναμένουμε από την Τρελοφαντασμένη και την Greca. Πατώντας στο τίτλο του σημερινού post θα βρείτε τον " Πορτοκαλανθό" του Βασίλη. Την φωτεινή εκδοχή της "Ηλιαχτίδας" θα τη βρείτε στα Σχόλια του προηγούμενου post. Διαφορετικές εκδοχές όμως καταφέρατε να βρείτε και ένα κομμάτι από μένα. Σας ευχαριστώ από καρδιάς) Μια νέα ανατρεπτική εκδοχή(!) προστέθηκε από την Ζωή http://zoaki.blogspot.com

21/8/07

" Από την άμπελο στον πορτοκαλανθό" ή " Μελιαστού συνέχεια"



20λεπτά, 50 λεπτά άντε και άλλο ένα πενηντάλεπτο. Φτάνουν.
Ο μεταλλικός ήχος από τα κέρματα που πέφτουν στον κερματοδέκτη ενός παλιού τηλεφώνου. Συνολικός χρόνος ομιλίας 1,20€. Ούτε καν δυο. Τόσο κοστίζει το ψέμα που ετοιμαζόταν να πει στην δουλειά ότι πρέπει να φύγει επειγόντως για το χωριό. Φτηνά του ήρθε.

30 λεπτά. Φτάνουν. Ξέχασε πως πρέπει να πάρει και τον προπονητή του μπάσκετ. Δεν θα έρθει στην προπόνηση σήμερα. Δεν θα έρθει στην προπόνηση σήμερα; Αδιανόητο. Πέντε χρόνια που παίζει στην τοπική ομάδα, δεν έλειψε ποτέ. Εντάξει για μια φορά δεν έγινε και τίποτα.

2 ευρώ. Δεν θα επιστρέψει σήμερα τις βιντεοκασέτες που είχε πάρει τη προηγούμενη εβδομάδα. Θα τις πάει μεθαύριο. Αλλά δύο ευρώ. Χαλάλι.
35 ευρώ για το εισιτήριο του πλοίου. Ο προορισμός αξίζει. 10 ευρώ για τσιγάρα και καφέ στο πλοίο. Μήπως να το ελαττώσει;
Σύνολο 48,5 ευρώ. Ούτε καν πενήντα.

Μα τι κάνει υπολογίζει πόσο θα του στοιχίσει να πάει να τη βρει; Μπαίνουν τα όνειρα στο ζύγι; Όχι δεν είναι τόσο μίζερος. Τη σκέψη του προσπαθεί να βάλει σε μια σειρά..... ακόμα και με αυτόν τον άτσαλο τρόπο.

Αναβλητικότητα, ψέματα. Δεν αναγνωρίζει τον εαυτό του. Αυτός που τα έλεγε τσεκουράτα , που την αυριανή δουλειά την είχε έτοιμη από χτες; Και όμως. Τώρα έτυχε με αυτόν τον τρόπο.
Πρώτη φορά ερωτευόταν; Πρώτη φορά έτσι. Μέσα από ένα κύκλο συμπτώσεων ήρθε κοντά της. Είχε ακούσει 2 μήνες πριν να αναφέρουν το όνομά της σε μια παρέα. Τα είχε παρατήσει όλα για να έρθει στον νησί και να ανοίξει τον παραδοσιακό ξενώνα που ονειρευόταν. Τρελή την έλεγαν που παράτησε μια επιτυχημένη καριέρα για να έρθει να «θαφτεί» στο χωριό.

Έτυχε η εταιρεία του να ασχολείται με ξενοδοχειακό εξοπλισμό. Έτυχε να στείλει μια παραγγελία. Έτυχε να είναι λάθος. Έτυχε να λείπει ο συνάδελφος που το είχε χειριστεί και έπρεπε να πάρει εκείνος τώρα τηλέφωνο να απολογηθεί.

Η παραγγελία στάλθηκε εκ νέου. Φρόντισε να την παραδώσει προσωπικά κατ’εντολή του αφεντικού. Για να μην γίνουν λάθη. Μπαίνοντας στο καράβι, την πρώτη φόρα , κάτι τον παρακίνησε να ξανακοιτάξει το Δελτίο Αποστολής. « Επωνυμία: Μυράνθη Καλλέργη-Ξενοδοχεικές Επιχειρήσεις», «Έδρα: Φουρνές-Κυδωνία , Χανίων», «ΔΟΥ:....»

Μυράνθη, που το είχε ξανακούσει αυτό; Κι όμως είχε ξανακούσει να μιλάνε για αυτή τη «τρελή» που τα παράτησε όλα για να φτιάξει έναν ξενώνα. Του είχε φανεί παράξενο το όνομα.

Την πήρε τηλέφωνο μόλις έφτασαν στο λιμάνι της Σούδας. Μια ήρεμη φωνή στην άλλη γραμμή του έδωσε οδηγίες για το πως να φτάσουν στο χωριό.

Μια αίσθηση κίνησης στον δρόμο, μόλις μπήκαν στο κέντρο πριν στρίψουν για Ομαλό. Η πόλη μένει πίσω και ανοίγει ο δρόμος με τ’αμπέλια και τα λιόδεντρα. Είναι Πάσχα και οι πορτοκαλιές είναι φορτωμένες άνθη. Πρώτο πορτοκαλοχώρι, δεύτερο, το τρίτο ήταν ο προορισμός του. ¨Όσο πλησίαζε η μυρωδιά γινόταν όλο και πιο έντονη. Μεθυστική η Μυρωδιά των Ανθών μονολόγησε.

Όπως και αυτή, μόνο που τότε δεν είχε μεταφράσει ακόμα το όνομά της. Δεν φανταζόταν ότι ο άνθρωπος δεν μεθά μόνο με κρασί.
Y.Γ
Επειδή μέσα από τα διάφορα blog ανακάλυψα πολλές κοινές ανησυχίες, τολμώ ταπεινά να ζητήσω από τους παρακάτω να γράψουν τη δική τους εκδοχή για τη συνέχεια της ιστορίας.Εγραψα την αρχή και τη μέση . Θα ήθελα να δω το δικό σας τέλος. Το δικό μου σε επόμενο ποστ.
ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΠΡΟΣ:
Greca, Tρελοφαντασμένη,Βασίλη,Ηλιαχτίδα,Φύρδην-Μίγδην
και σε όποιον άλλο το αισθάνεται και το επιθυμεί.
(Πίνακας : Jules-Joseph Lefevre 1836-1911,"Young woman with morning Glowries in her Hair"

20/8/07

" ΜΕΛΙΑΣΤΟ"



-Θα ήθελα τα πιστωτικά τιμολόγια του Ιουλίου να τα έχω αύριο στο γραφείο μου για έλεγχο κύριε Φωκά. Καλώς ήρθατε.
-Βεβαίως. Ευχαριστώ.
……………
Πρώτη μέρα στο γραφείο μετά από διακοπές. Πρώτα η βίαιη επαναφορά στην τάξη και μετά το καλημέρα. Πρώτα η δουλειά πάντα . Εκκρεμότητες, τηλέφωνα, χαρτιά που πέφτουν, φασαρία γραφείου παντού. Δίψασε. Βγήκε έξω για τσιγάρο και καφέ. Πικρός ο καφές. Ο καπνός δεν κατέβαινε. Τακτοποίησε σε ένα φάκελο και τα τελευταία τιμολόγια και έφυγε.

Τουλάχιστον είναι από τους τυχερούς και βλέπει θάλασσα από το σπίτι. Κάθεται στο μπαλκόνι και προσπαθεί να ανασυντάξει τις σκέψεις του. Απότομη ήταν η επιστροφή. Ανοίγει ένα μπουκάλι κρασί. «Μελιαστό» του Σπυρόπουλου. Τώρα πρώτα το όνειρο.

Περπατά στον δρόμο που χάραξε η Σελήνη στη θάλασσα. Και που θα τον βγάλει; Που αλλού εκεί που τον βγάζει πάντα. Στον κήπο της. Πάνε τρεις μέρες που έπιναν αυτό το κρασί στη βεράντα με τα γιασεμιά. Διαβάζει τη περιγραφή στο μπουκάλι:

“Έντονο τριανταφυλλένιο άρωμα. Το χρώμα του, ελκυστικό, λαμπερό ρόδινο ενώ στο άρωμά του διακρίνεται το χαρακτηριστικό της ποικιλίας τριαντάφυλλο, αλλά και γλυκά αρώματα φράουλας, άγριων βατόμουρων. Στο στόμα λεπτό, ισορροπημένο με ευχάριστη, καραμελένια επίγευση.”

Τότε μόνο συνειδητοποίησε ότι η περιγραφή του θύμιζε εκείνη. Τα μάγουλά της είχαν ένα φυσικό, απαλό τριανταφυλλί χρώμα. Τα χείλη της ρόδινα και αυτά .Το πρώτο και τελευταίο φιλί, του άφησε μια γεύση καμμένης καραμέλας. Είχε γυρισμένη την πλάτη στο κήπο με τα ρόδα. Έκανε ν’αγγίξει τα μαλλιά της… Σκούρα καστανά με ζεστές ανταύγειες. Κάηκε. Κατηφόρισε προς τη θάλασσα. Το καράβι που θα τον μετέφερε στην Αθήνα θα έφτανε σε δυο ώρες.

Όνειρο καλοκαιρινό ήταν και πέρασε; Αποκλείεται. Έχει ακόμα τη γεύση του φιλιού της στα χείλη. Το πουκάμισό του είναι ακόμα νοτισμένο από το άρωμά των φρεσκολουσμένων μαλλιών της. Μια στιγμή έσκυψε πάνω του ν’ ακούσει την καρδιά του και πετάχτηκε. Φοβήθηκε από αυτό που άκουσε πριν προλάβει καν να το νιώσει. Φοβήθηκε και αυτός.


Και τώρα τι; Μ’ένα «Μελιαστό» θα τη βγάζει κάθε απόγευμα στο μπαλκόνι; Θα ξαναζεί το όνειρό του στην καμπύλη του ποτηριού; Όχι. Η όλα ή τίποτα. Θα πάει το Σαββατοκύριακο να τη βρει. Να τελειώσουν το μπουκάλι που άφησαν στη μέση.

19/8/07

Η ΥΦΑΝΤΡΑ


-Πιο γρήγορα πιο γρήγορα. Το άλλο χρώμα πέρασε., είπε η Σαϊτα στον Αργαλειό. Πρέπει η κυρά μας να τελειώσει γρήγορα αυτό το κιλίμι
-Κάνω όσο πιο γρήγορα μπορώ δε βλέπεις. Δεν ακούς. Τοκ τοκ, τακ, τακ. Μέχρι την αυλή ακούγομαι. Μα δύσκολη ιστορία διάλεξε η κυρά μας να αποτυπώσει πάνω σε τούτο το κιλίμι. Ο Ενδυμίωνας λέει και η Σελήνη. Πφφ. Μυθολογίες. Χάθηκαν τα χρυσοποίκιλτα άνθη, τα γεωμετρικά μοτίβα, οι εικόνες από τη καθημερινή ζωή, οι....
-Σταμάτα με κούρασες σου λέω. Εικόνα από μια ζωή είναι και αυτό που υφαίνει. Αλλά βέβαια που να ξέρεις εσύ τώρα.... Την κατάλαβες ποτέ εσύ την κυρά μας; Ο ήχος μου φαίνεται σου έκρυψε τον ήχο της δικής της καρδιάς.

-Τη δουλειά μου έκανα. Και τι λέει αυτός ο ήχος;
- Οτι η ψυχή της διψά. Για όνειρα , για μυρωδιές και χρώματα καινούρια. Κλεισμένη εδώ μέσα συνέχεια,αναζητά να ταξιδέψει έξω από αυτό το αρχοντικό. Στους κάμπους μακριά. Να δει με τη καρδιά της τη χρωματική παλέτα από τα απλωμένα σταφύλια. Να γεμίσει το μυαλό της με ήχους διαφορετικούς. Να ξεχάσει και να θυμηθεί.

-Και η εικόνα στο κιλίμι τη σχέση έχει;
-Έχει πως δεν έχει. Αφού δεν μπορεί να βγει να βρει το όνειρο, θα το υφάνει η ίδια μέσα από αυτό το κιλίμι. Και όταν τελειώσει θα το βάλει μπροστά από το κρεβάτι της . Να το αγγίζει και να ταξιδεύει με τα μάτια της ψυχής.
-Δεν φανταζόμουνα ότι ήταν τόσος ο πόνος, δεν ήξερα, καρδιά από ξύλο έχω, τι περιμένεις...
-Τι να περιμένω αλήθεια..... πάνε είκοσι χρόνια που λιγόστεψε το φως της κυράς μας, θάμπωσαν τα μάτια της από το χαμό της αγάπης της. Το στήριγμά της είμαστε εμείς δεν το κατάλαβες;Τα μοτίβα, τα χρώματα και οι κινήσεις έχουν αποτυπωθεί στο μυαλό της. Κάθε μέρα και άλλο κιλίμι γρήγορα, για να μην σκέφτεται. Κάθε κόμπος και δάκρυ. Μέχρι σήμερα. Στέρεψαν πια τα δάκρυά της.
-Και τι άλλαξε σήμερα;
-Κατάλαβε ότι πλησιάζει το τέλος και θέλει να προλάβει
-Τι πράγμα;
-Να αποτυπώσει τον πόνο της για μια αγάπη που δεν έμελε να κρατήσει πολύ. Ποιος θα πει την ιστορία της; Την δικιά μας τη λαλιά δεν θα τη καταλάβουν. Σαν κλείσουν τα μάτια της, θα σιωπήσουμε και εμείς.
- Θα σιωπήσουμε και εμείς μα θα υπάρχει το κιλίμι να πει την ιστορία

ΓΥΡΝΑΩ ΤΗΝ ΠΛΑΤΗ – ΔΙΝΩ ΑΓΚΑΛΙΑ




Ευέλικτη αλλά και δυνατή μου είχε πει η δασκάλα του μπαλέτου
Ευαίσθητη στο απαλό άγγιγμα μου είχε πει ο καλός μου. Ετσι ε; Σας κίνησα το ενδιαφέρον ; Ωραία και εγώ λοιπόν γυρνάω αυτή τη λυγερή πλατούλα

Σε σένα που ενώ ξέρεις ότι η αντοχή και η ανοχή έχουν τα όριά τους, εσύ συνεχίζεις να με φορτώνεις με τα δικά σου βάρη.

Σε σένα που δεν έπαψες να ζεις μες τη μιζέρια του μυαλού σου, ζηλεύοντας ότι με κόπο έχουν κατακτήσει οι άλλοι.

Σε σένα που η ανασφάλειά σου σ’έχει τυφλώσει τόσο πολύ σε σημείο να μην ακούς αυτούς που σε αγαπάνε πραγματικά .Ακόμα και έτσι.

Σε σένα που με ξέρεις χρόνια και λες οτι γνωρίζεις την καρδιά μου.Τίποτα.

Σε σένα που σου αρέσει το μαύρο τόοοσο πολύ που θέλεις να το επιβάλεις και στους υπόλοιπους. Τι σε πείραξαν τα κακόμοιρα τα δεντράκια; Ξέρω, ξέρω σου κλέβουν το οξυγόνο και αυτό σε χαλάει ε;

Σε σένα που δεν σε νοιάζει πραγματικά το μέλλον των παιδιών σου αλλά μόνο το δικό σου. Πάντα το δικό σου.



Μια αγκαλιά σε σένα που ενώ έχεις τόσες ευθύνες και υποχρεώσεις , δεν αρνείσαι να βοηθήσεις όποτε στο ζητήσουν.

Μια αγκαλιά σε σένα επειδή βοηθάς και το χαίρεσαι πραγματικά. Δεν νιώθεις κουτός.

Μια αγκαλιά σε σένα που παλεύεις στα κύματα χωρίς σωσίβιο και συνεχίζεις να χαμογελάς τόσο γλυκά.

Μια αγκαλιά σε σένα που με γνώρισες χτες και έμαθες την καρδιά μου.Σχεδόν όλη.

Μια αγκαλιά σε σένα που μαγεύεσαι τόοοσο πολύ από τους ήχους και τα χρώματα της φύσης που θεωρείς υποχρέωσή σου να τα προστατέψεις.

Μια αγκαλιά σε σένα που παλεύεις όχι μόνο για τα δικά σου παιδιά, αλλά και γιαυτά που δεν έχουν φωνή...

Μια αγκαλιά και ένα χάδι σε σένα που γυρνάς την πλάτη στον εαυτό σου. Εγώ θα είμαι εδώ.

17/8/07

Κλείσε τον Ενδυμίωνα στην καρδιά σου Σελήνη


-Γιατί Σελήνη;
-Τον αγαπώ πατέρα Δία. Τον θέλω κοντά μου για πάντα. Οπως είναι τώρα, να νιώθω καθημερινά τη βελούδινη υφή του δέρματός του, να νιώθω την ανάσα του καυτή στο κορμί μου, να βυθίζομαι στη λάμψη των ματιών του. Με το χρόνο θα σβήσουν όλα αυτά. Θα χαθούν.
-Δεν τη εκτιμάς τη γήινη ζωή που κρύβει μέσα του Σελήνη. Αυτή είναι και η ομορφιά του. Επειδή είναι περαστική από τον κόσμο αυτό, έχει και πιο μεγάλη αξία.
-Δεν μπορώ να την εκτιμήσω, δεν είμαι θνητή. Αφού δεν μπορεί να γίνει Αθάνατος σαν και εμάς, ας κοιμηθεί η νιότη του αιώνια.
-Εγωίστρα Σελήνη. Θα το μετανιώσεις πικρά. Μάταια θα περιμένεις να ανοίξουν τα μάτια του για να σε ξανακοιτάξουν. Το χάδι του θα μείνει μετέωρο στους αιώνες. Σε τροχιά δύσκολη μπαίνεις, σε προειδοποιώ.
- Δύσκολη ήταν η τροχιά μου ούτως ή άλλως. Και ο Ενδυμίωνάς μου είναι η λύτρωσή μου.
-Αν ψάχνεις τη πραγματική λύτρωση,κλείσε τον Ενδυμίωνα στην καρδιά σου Σελήνη και άφησέ τον να ζήσει τη θνητή ζωή του. Και σαν έρθει το πέρασμα του χρόνου, Αστερισμό θα τον κάνω, να φέγγει πλάι σου αιώνια.

15/8/07

Ονειροδότης Ηλιος


-Πάω να ρίξω λίγο νερό, να φύγει η άμμος.
-Μην πας.... θα σου στάξω εγώ λίγο. Μ’αρέσουν τα σχέδια που αφήνει στο κορμί σου.
-Σχέδια; Με τι μοιάζουν;
-Ανάλογα .... να αυτό εδώ στον δεξί σου ώμο μοιάζει με φεγγάρι ολόγιομο, εδώ στη μέση ένας γλάρος ανοίγει τα φτερά του , σαν να θέλει να σε αγκαλιάσει ολόκληρη.
-Δροσερό είναι το νερό της λίμνης, ρίξε μου κι άλλο, σιγά σιγά. Δροσερά και τα λόγια σου. Πες μου τι άλλο βλέπεις, θέλω να μάθω. Να καταλάβω.
-Νομίζω ότι εδώ στη γάμπα σου σχηματίζονται μερικά νησιά. Να αυτό εδώ είναι το μεγαλύτερο. Νομίζω ότι έχει και μια μικρή σπηλιά.
-Και ποιος ζει στη σπηλιά;
-Εμείς κατοικούμε εκεί. Χρόνια τώρα. Στην αγκαλιά της σμαραγδένιας λίμνης. Μακριά από όλους και από όλα.
-Ωραίο όνειρο αυτό. Μακάρι να ήταν αληθινό.

-Και ποιος σου είπε οτι δεν μπορεί να γίνει. Απόδειξη οτι είμαστε εδώ τώρα. Εγώ και εσύ. Όλα είναι δυνατά αν η καρδιά προστάξει το μυαλό. Σαν το μενεξεδί λουλούδι που φυτρώνει σ’εκείνο το βράχο. Η θέλησή του για ζωή προκάλεσε σχισμή και ο σπόρος αναπτύχθηκε σιγά σιγά χάρη στις δροσοσταλίδες της λίμνης. Μα τι βλέπω κλαις;
-Όχι καρδιά μου, οι δροσοσταλίδες από την λίμνη είναι. Έφτασαν και σε μένα . Να με ποτίσουν όνειρα, ν’ανθίσω και εγώ. Μην μ’αφήσεις.
-Όχι μενεξεδένια μου. Δεν θα σ’αφήσω. Ήλιος θα γίνω για ν’ανθίσει το όνειρό σου πιο γρήγορα.

14/8/07

Και αν το πάρει το ποτάμι....



-Μην με σπρώχνεις θα το ρίξεις.
-Δεν πειράζει θα σου πάρω άλλο.
-Δεν θέλω άλλο, αυτό είναι το δικό μου παραμύθι. Κάθε σελίδα και μια ανάσα, κάθε λέξη και ένας ήχος.Δεν θέλω άλλο σου λέω!
-Και τι νομίζεις οτι θα περάσεις ολόκληρη τη ζωή σου με ένα και μόνο παραμύθι; Γελιέσαι.Και αν σου πέσει, ευκαιρία να ξεκινήσεις καινούριο.Οπως το θες,με άλλους ήρωες, σε άλλο κόσμο, εντελώς διαφορετικό από τον προηγούμενο.
-Και γιατί να θέλω καινούριο; Μια χαρά είναι και αυτό.Είναι όλα όπως τα θέλω, και οι άνθρωποι και ο κόσμος, όλα. Δεν θέλω να αλλάξω τίποτα.... Φοβάμαι...
-Τι φοβάσαι; Μην χάσεις το βολεψιά σου, αυτό φοβάσαι;Μικρέ ανόητε!Από το πολύ διάβασμα θα το βαρεθείς, οι σελίδες θα κιτρινίσουν από τα φευγαλέα αγγίγματα και θα διπλώσουν. Κράτα το μύνημά του και ρίξτο στο ποτάμι... να το πάει μακριά, να το διαβάσουν και άλλοι.
-Και εγώ;
-Εσύ, πάντα εσύ... μόνο τον εαυτό σου σκέφτεσαι.Τα θέλεις όλα δικά σου! Να μάθεις να μοιράζεσαι.Το δικό σου παραμύθι μπορεί να ανακουφίσει και κάποιον άλλον,να ταυτιστεί μαζί του,να ταξιδέψει. Για αυτό λοιπόν μη φοβάσαι καλέ μου. Υπομονή να έχεις. Να, δες το νερό πόσο δυνατό είναι; Τον μεγάλο βράχο απέναντι τον σμίλεψε με υπομονή μεχρί να γίνει πέτρα, βοτσαλάκι στα χέρια σου. Ολα είναι ένας κύκλος, ένα παραμύθι μέσα σέ ένα άλλο και όλα μαζί κεφάλαια από το βιβλίο της ζωής σου. Γιαυτό σου λέω μικρό μου, μην το φοβάσαι το ποτάμι.... Οτι ρίξεις μέσα κάποια στιγμή θα στο ξαναφέρει. Θα το αποθέσει απαλά στη καρδιά σου.Στο χέρι σου είναι αν θα το ξαναξεφυλλίσεις....

13/8/07

Η Κυρά του Νείλου



Σου άρεσε να μου διηγείσαι τη ζωή σου στην Αίγυπτο.
Μου άρεσε να ακούω και να ταξιδεύω μαζί σου στις γειτονιές με τα χίλια χρώματα όπου μεγάλωσες. Στο παντοπωλείο του παππού κοντά στο ταχυδρομείο, στο club Nadi Baladeya όπου πηγαίνατε κάθε κυριακή οικογενειακώς, τα γλυκά της γιαγιάς, o δρόμος Hasana με τους φοίνικες όπου σου άρεσε να κάνεις ποδήλατο....


Τι να μου πρωτοπείς, τι να πρωτοθυμηθώ...
Και όμως οτι μου είπες όχι μόνο για την Αίγυπτο αλλά και για μετά, στη Βραζιλία, όλα τα θυμάμαι με τη παραμικρή λεπτομέρεια. Και τα αρώματα και τις μυρωδιές και τους ήχους. Ολα στην καρδιά μου βαθειά χαραγμένα, κομμάτι δικό μου. Και ας μην πήγα ποτέ στην Αίγυπτο, και ας μην γεννήθηκα εκεί.Με περισσή περηφάνια λέω ακόμα και σήμερα οτι" η μαμά μου ήταν από του Asuyt στην Ανω Αίγυπτο". Και όταν πετυχαίνω αιγυπτιώτες που μιλάνε για τά ήθη και τα έθιμά σας, πετάγομαι και εγώ σαν κοκκόρι "Μα το ξέρω και εγώ αυτό μέρος", "μα'ναι τα κάχκ είναι πολύ ωραίο γλυκό αν πετύχεις και καλό χουρμά".

Δεν έχω καταφέρει ακόμα να πάω στον τόπο σου.Μέχρι την Τυνησία έφτασα πριν από δύο χρόνια και αναζητούσα στο καθετί τις δικές σου εικόνες.... Αλλες βρήκα, άλλες όχι.


Πάντα αναζητώ ένα κομμάτι από σένα στην κάθε μου επιλογή. Γιατί είμαι πολύ περήφανη για σένα, για όσα κατάφερες μόνη σου όπου και αν βρέθηκες, για όσα πάλεψες, γιατί στάθηκες διπλά στο πλευρό μου, sua querida menina όπως με έλεγες. Για όλα αυτά και άλλα πολλά το post αυτό είναι αφιερώμένο σε σένα μητέρα, μανούλα, μαμά. Κυρά της καρδιάς μου!Αdieu, ta petite fille qui ne t'oublie pas!

9/8/07

Το Παράθυρο του Χρόνου


Πόσες ψυχές άραγε να έχουν ατενίσει το πέλαγος από τούτο το μικρό παράθυρο
μάτια γεμάτα αγωνία για τον εχθρό που πλησιάζει
μάτια γεμάτα ελπίδα για το ξημέρωμα μιας λεύτερης ανάσας

Τα χρόνια περνούν και οι αναμνήσεις σκορπίζονται
στον αέρα σαν τη άμμο

μα το Παράθυρο του χρόνου είναι πάντα εκεί
τα μυστικά του κρατώντας καλά κρυμμένα
στα στιβαρά τείχη του κάστρου.

(Η φωτογραφία τραβήχτηκε πριν από
3 χρόνια στο Κάστρο της Ημερης Γραμβούσας στα Χανιά)

"Στης Γραμβούσας τ'ακρωτήρι
εγλεντούσα μια φορά,
μ'εναν κρητικό ψαρά.
Μ'ενα γέρο καπετάνιο
πού είχε βάρκα τη Χαρά
στης Γραμβούσας τα νερά

Πλανεύτρα Θάλασσα

Θάλασσα λεβεντοπνίχτρα
που'ναι ο γέρο μερακλής
ο παλιός τραγουδιστής
ν'αρματώσει τη Χαρά του
το τραγούδι του να πει

Πλανεύτρα Θάλασσα

Ολα τ'άρμενα αρμενίζουν
μα του Τσέκα τ'αρμενάκι
δεν ξαναγυρίζει πια
στης Γραμβούσας τα νερά"


(Παραδοσιακό κρητικό τραγούδι)

Και για την ιστορία:
Ο κόλπος της Κισσάμου στη δυτική πλευρά των Χανίων περιλαμβάνει ένα σύμπλεγμα μικρών νησιών και ακρωτηρίων. Τα πιο όμορφα σημεία του το νησάκι της Ήμερης Γραμβούσας και η παραλία του Μπάλου στους μυχούς του Ακρωτηρίου Τηγάνι.Εκτός βέβαια από το άγονο παρθένο τοπίο και τα γαλαζοπράσινα νερά το νησί της Γραμβούσας έχει και μακραίωνη ιστορία γεγονός που μαρτυράται και από το κάστρο που βρίσκεται στην κορυφή του νησιού, τo οποίο χτίστηκε το 1579 από τους Ενετούς που κυρίευσαν την Κρήτη. Το γεωμετρικό σχήμα του νησιού (μοιάζει με τρίγωνο) και η άρτια οργάνωση των Ενετών έκαναν το κάστρο αυτό ένα εξαιρετικό φρούριο, το οποίο οι Τούρκοι κατάφεραν να κυριεύσουν μόνο δωροδοκώντας το Ενετό φρούραρχο! Το ακρωτήρι μέχρι πριν από λίγα χρόνια φιλοξενούσε μόνο τους ψαράδες της περιοχής.

7/8/07

Koύβα-ένα χρόνο μετά





Για τα ταξίδια που έχω κάνει, προτιμώ να μην γράφω αμέσως.Οταν γυρνάς από ένα ταξίδι, όλα είναι συγκεχυμένα.Μυρωδιές, εικόνες, αναμνήσεις, ήχοι. Με το πέρασμα του χρόνου όμως όλα κατασταλάζουν, οι αναμνήσεις γίνονται πιο έντονες, κοιτάς τις φωτογραφίες και "χτίζεις" σιγά σιγά στο μυαλό το δρομολόγιο που έκανες αρκετό καιρό πρίν.
Πριν λοιπόν ένα χρόνο ήμουν και εγώ εκεί.
Η Κούβα λοιπόν είναι λοιπόν ένας μαγικός απίστευτης ομρφιάς και ιστορίας που σε βάζει θέλεις δε θέλεις σε πολλές σκέψεις. Ο τρόπος με τον οποίον ζούν οι κουβανοί έναι εντελώς ξένος σε μας. Φαγητό με κουπόνια,είδη προσωπικής φροντίδας με κουπόνια, μέσος μισθός τα 60 κάτι δολάρια, στους δρόμους αυτοκίνητα της 10ετίας του 50. Σαν να ζεις σε παράλληλο σύμπαν.
Στον δρόμο σε πλησιάζουν για να τους δώσεις κάτι, οτι έχεις πάνω σου που μπορεί να είναι περιττό για σένα αλλά σημαντικό γιαυτούς: ένα καπέλο, ένα κουτί τσίχλες, υγρά μαντιλάκια. Στο πούλμαν ο ξεναγός έλεγε στο τέλος ένα μικρό "tip will be highly appreciated".
Η Αβάνα μαγική, τα κτίρια βαθειά χαραγμένα από τη υγρασία και το αλάτι, έχουν τη δική τους μοναδική αύρα. Στο δρόμο διαφημίσεις εννοείται οτι δεν υπάρχουν. Παντού γιγαντοαφίσες με επαναστατικά μηνήματα, τοίχοι εργσοστασίων με φιγούρες του Che και των άλλων συναγωνιστών.

Πηγαίνωντας προς το βορά,ξύλινα πολύχρωμα σπιτάκια με τους Κουβανούς να κάθονται σε κουνιστές καρέκλες στη βεράντα. Χρώματα από τροπικά φρούτα,λουλούδια παντού. Και μουσική να ξεχυλίζει ακόμα και στα πιο απίθανα μέρη.

Και ο κόσμος...? Ευγενικός, περήφανος για τον τόπο του και για τη ιστορία του αλλά σαν να μην φτάνει πια αυτό. Σαν να αιωρούνται μεταξύ του χθές και του σήμερα. Σαν να έχουν κουραστεί να ζουν με τα λίγα , από την άλλη όμως σαν να φοβούνται να αποκτήσουν και τα πολλά.

Εγώ πάντως με χαρά θα ξαναπήγαινα παρά τη γλυκόπικρη γεύση που μου άφησε. Θα ξαναπήγαινα.